
Ήταν Δεκέμβρης ή Γενάρης και ήμασταν αγκαλιά στον καναπέ του σαλονιού σου. Είχα οικειοποιηθεί το μπλουζάκι που φορούσες το καλοκαίρι και σε παρακολουθούσα καθώς με κοιτούσες στα μάτια λες και με έβγαζες φωτοτυπία.
- "Τι θα κάνουμε απόψε;"
- "Μα, εγώ κάτι κάνω...Σε κοιτάω!"
Με κάτι τέτοια με έκανες να χαμογελάω σαν χαζό για κάμποση ώρα και να σου συγχωρώ κάτι βλακείες που έλεγες σε ανύποπτο χρόνο. Αν και δεν μιλούσαμε πολύ. Σε αντίθεση με μένα, ήσουν ένα πνεύμα που μιλούσες με την γλώσσα του σώματος. Προτιμούσες να με παρακολουθείς να σκιτσάρω, να με μυρίζεις, να με ακούς όταν μιλάω. Παρατηρούσες λεπτομέρειες σε μένα που ούτε εγώ δεν είχα προσέξει και ένιωθα ευάλωτη, διαφανής, αλλά ασφαλής. Ήμουν το μικρό σου τότε. Ήσουν 23 και ήμουν 16, αλλά δεν πείραζε ούτε εσένα ούτε εμένα.
Είναι πολύ κλισέ να πω πως όλα τα ωραία τελειώνουν κάποτε. Θα πω πως πλέον σταμάτησα να φοράω το μπλουζάκι σου. Δεν το πέταξα, ούτε και κανένα από τα δώρα που μου πήρες. Ακόμα κι εκείνα τα χαζά/lovestruck αρκουδάκια. Στην αρχή έσπασα μπουκάλια με την κολόνια σου μαστουρώνοντας με την μυρωδιά, μέσα σε ένα κύκλο από δικά σου πράγματα. Έπαιρνα τη δόση μου. Όταν, ύστερα, ξεθύμανα και η κολόνια σου εξατμίστηκε από το σεντόνι μου, άλλαξα σεντόνια, έβαλα τα πράγματα σου στο κάτω-κάτω συρτάρι της ντουλάπας και συνέχισα.
Τελικά δεν πρέπει να ανακατεύω παλιά συρτάρια...
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου